Σε κίνδυνο το 75% των καλλιεργειών από την εξαφάνιση των μελισσών
Tο κώδωνα του κινδύνου για την κατάρρευση της γεωργίας κρούει εκ νέου με έκθεση της η Greenpeace, επισημαίνοντας πως περίπου 1,4 δισεκατομμύρια θέσεις εργασίας και το 75% του συνόλου των καλλιεργειών εξαρτώνται από τους επικονιαστές, δηλαδή κυρίως τις μέλισσες.
Η Ευρώπη πρέπει να επεκτείνει την απαγόρευση των φυτοφαρμάκων που βλάπτουν τις μέλισσες, όπως αναφέρει η έκθεση για τις συνέπειες των νεονικοτινοειδών φυτοφαρμάκων στη γεωργία και το περιβάλλον. Μάλιστα, η μελέτη που πραγματοποιήθηκε από το Πανεπιστήμιο του Σάσεξ, κατέληξε στο συμπέρασμα ότι η απειλή για τις μέλισσες από τα νεονικοτινοειδή φυτοφάρμακα είναι μεγαλύτερη από ό,τι πίστευαν το 2013, όταν η Ευρωπαϊκή Ένωση ενέκρινε μια μερική απαγόρευση.
«Η νέα έρευνα ενισχύει τα επιχειρήματα για την επιβολή ενός μορατόριουμ για τη χρήση τριών νεονικοτινοειδών, της κλοθειανιδίνης, της ιμιδακλοπρίδης και της θειαμεθοξάμης, Είναι πλέον φανερό ότι ενέχουν σημαντικούς κινδύνους για πολλούς οργανισμούς, όχι μόνο τις μέλισσες», αναφέρει η έρευνα που ανέλυσε επίσης εκατοντάδες σχετικές επιστημονικές μελέτες από το 2013.
Όπως υπολογίζεται, περίπου 1,4 δισεκατομμύρια θέσεις εργασίας και τα τρία τέταρτα του συνόλου των καλλιεργειών εξαρτώνται από τους επικονιαστές, δηλαδή κυρίως τις μέλισσες. Τα περίπου 20.000 είδη μελισσών είναι υπεύθυνα για τη γονιμοποίηση άνω του 90% των 107 μεγάλων καλλιεργειών παγκοσμίως. Ωστόσο, σύμφωνα με τα Ηνωμένα Έθνη, περίπου το 40% των ασπόνδυλων επικονιαστών, ιδιαίτερα οι μέλισσες και οι πεταλούδες, κινδυνεύουν με εξαφάνιση.
Οι πληθυσμοί των μελισσών έχουν πληγεί στην Ευρώπη, τη Βόρεια Αμερική και αλλού από ένα μυστηριώδες φαινόμενο που ονομάζεται «διαταραχή κατάρρευσης αποικίας». Το φαινόμενο αποδίδεται σε ακάρεα, ιούς, μύκητες, φυτοφάρμακα, την κλιματική αλλαγή ή ένα συνδυασμό παραγόντων.
Τα νεονικοτινοειδή φαίνεται επίσης να συνδέονται με μείωση του πληθυσμού των πεταλούδων, διάφορων πτηνών και υδρόβιων εντόμων.
«Η Ευρωπαϊκή Ένωση λαμβάνει την προστασία των μελισσών πολύ σοβαρά», δήλωσε ο εκπρόσωπος της Ευρωπαϊκής Επιτροπής Ενρίκο Μπρίβιο. «Για αυτό το λόγο, οι περιορισμοί θα παραμείνουν ως έχουν μέχρι να ολοκληρωθεί η αξιολόγηση», πρόσθεσε.
Τα νεονικοτινοειδή είναι φυτοφάρμακα με βάση τη χημική δομή της νικοτίνης. Εισήχθησαν στα μέσα της δεκαετίας του 1990, ως λιγότερο επιβλαβές υποκατάστατο για παλαιότερα είδη φυτοφαρμάκων. Έχουν σχεδιαστεί για να τα απορροφά το αναπτυσσόμενο φυτό και μετά να επιτίθενται στο νευρικό σύστημα των εντόμων.
Η Ευρωπαϊκή Αρχή για την Ασφάλεια των Τροφίμων (ΕΑΑΤ) δήλωσε το 2013 ότι τα νεονικοτινοειδή φυτοφάρμακα θέτουν έναν «απαράδεκτο κίνδυνο» για τις μέλισσες, και έθεσε ένα προσωρινό ευρωπαϊκό μορατόριουμ. Η απόφαση απαγόρευσε τη χρήση νεονικοτινοειδών στο κριθάρι και το σιτάρι, καθώς σε κήπους και δημόσιους χώρους.
Από τα τέλη του 1990, οι μελισσοκόμοι, κυρίως στην Ευρώπη και τη Β. Αμερική, είχαν διαπιστώσει ότι οι πληθυσμοί των μελιφόρων μελισσών (οι μέλισσες που κατοικούν σε κυψέλες και παράγουν μέλι) μειώνονταν με ασυνήθιστα γρήγορους ρυθμούς. Οι μέλισσες αυτές είναι απαραίτητες για την παραγωγή της τροφής μας γιατί επικονιάζουν τα φυτά, και δεν είναι οι μόνες.
Και άλλα έντομα, όπως οι άγριες μέλισσες και οι πεταλούδες εκτελούν επίσης πολύτιμο επικονιαστικό έργο. Πάνω από το 35% της παγκόσμιας παραγωγής τροφής εξαρτάται από τα έντομα-επικονιαστές.
Από τα 100 είδη καλλιεργειών, τα οποία παράγουν το 90% της παγκόσμιας τροφής, 71 επικονιάζονται από τις μέλισσες. Χωρίς αυτά, εκατομμύρια άνθρωποι και ζώα θα υπέφεραν από στέρηση τροφής. Στην Ευρώπη μόνο, πάνω από 4.000 είδη λαχανικών μεγαλώνουν χάρη στην ακούραστη δουλειά των μελισσών.
Απειλές για τις μέλισσες
Η μεγαλύτερη απειλή για τις μέλισσες προέρχεται από τα χημικά φυτοφάρμακα υψηλής τοξικότητας που χρησιμοποιούνται στις βιομηχανικές καλλιέργειες. Αυτά τα πολύ επικίνδυνα φυτοφάρμακα, συμπεριλαμβανομένων των νεονικοτινοειδών, έχουν την ιδιότητα να κυκλοφορούν σε όλα τα μέρη του φυτού.
Οι μέλισσες τα προσλαμβάνουν από τη γύρη και το νέκταρ, κάτι που βλάπτει το νευρικό τους σύστημα και πολύ συχνά τις οδηγεί στο θάνατο. Οι ολοένα περισσότερες μονοκαλλιέργειες που προωθεί η βιομηχανική γεωργία και που έχουν οδηγήσει στη μείωση της βιοποικιλότητας και την καταστροφή πλούσιων σε ποικιλία οικοσυστημάτων. Οι μονοκαλλιέργειες αποτελούν μεγάλο κίνδυνο γιατί οι μέλισσες για να επιβιώσουν θα πρέπει να τρέφονται από μία μεγάλη ποικιλία ανθοφόρων φυτών. Η Διεθνής Ένωση για την Προστασία της Φύσης (IUCN) εκτιμά ότι θα εξαφανιστούν άλλα 20.000 ανθοφόρα φυτά τις επόμενες δεκαετίες. Αυτό επηρεάζει τις μέλισσες που ζουν σε μελίσσια και ακόμα περισσότερο τις άγριες μέλισσες που χρειάζονται αδιατάρακτους βιότοπους για να χτίσουν τις φωλιές τους.
Η επικονίαση, η γονιμοποίηση δηλαδή του άνθους για να γίνει καρπός, είναι το πολυτιμότερο αγαθό που προσφέρουν οι μέλισσες στον άνθρωπο και το περιβάλλον. Χωρίς την επικονίαση, η τροφή που καταλήγει στο πιάτο μας θα ήταν πολύ λιγότερη, καθώς μεγάλο μέρος των καλλιεργειών βασίζεται σε αυτήν.
Εάν οι μέλισσες αφανιστούν, οι 71 από τις 100 πιο σημαντικές φυτικές καλλιέργειες παγκοσμίως που επικονιάζονται από τις μέλισσες, θα αρχίσουν να εξαφανίζονται και αυτές. Ειδικότερα, καρποί όπως τα μήλα, οι φράουλες και τα αμύγδαλα θα εμφανίσουν απότομη πτώση. Η εξαφάνιση των μελισσών όμως θα έχει και καταστροφικές επιπτώσεις στην οικονομία, αν αναλογιστούμε ότι η οικονομική αξία της επικονίασης των μελισσών αποτιμάται σε 265 δισ. δολ. το χρόνο παγκοσμίως.
Γεωργική επικονίαση
Σχεδόν όλα τα φρούτα και λαχανικά έχουν ανάγκη την επικονίαση
Δραματική μείωση έχει υποστεί ο πληθυσμός των μελισσών, των πεταλούδων και άλλων σημαντικών ειδών για τη γεωργική επικονίαση, με αποτέλεσμα να κινδυνεύει μεγάλο μέρος των σπαρτών σε παγκόσμια κλίμακα, όπως ανέφερε πρόσφατα η υπηρεσία των Ηνωμένων Εθνών. «Πολλές άγριες μέλισσες και πεταλούδες αντιμετωπίζουν μείωση στον αριθμό, στη συχνότητα της εμφάνισης τους και στην ποικιλομορφία τους σε τοπική και περιφερειακή κλίμακα στη Βορειοδυτική Ευρώπη και τη Βόρεια Αμερική», έγραφε η αξιολόγηση της πλατφόρμας διακυβερνητικής επιστήμης και πολιτικής για τη βιοποικιλότητα και τα οικοσυστήματα (IPBES). Η μείωση, που έχει παρατηρηθεί και σε άλλα σημεία του κόσμου, πιθανότατα συνδέεται με την απώλεια βιοτόπων, τα εντομοκτόνα, την ατμοσφαιρική ρύπανση, την εμφάνιση νέων ειδών στην περιοχή και με την κλιματική αλλαγή.
Η αναφορά της IPBES έκρουσε τον κώδωνα του κινδύνου για μια πιθανή απειλή κατά των τροφικών αποθεμάτων, υπερτονίζοντας τη σημασία της προστασίας των εντόμων που συμβάλουν στην επικονίαση για τη διασφάλιση της σταθερής παραγωγής φρούτων και λαχανικών.
Για τη συγγραφή της αξιολόγησης εργάσθηκαν περίπου 80 επιστήμονες από όλο τον κόσμο. Το κείμενο δημοσιεύθηκε σε συνάντηση της IPBES στην Κουάλα Λουμπούρ.
Στην Ευρώπη, το 9% των ειδών μελισσών και πεταλούδων απειλείται με εξαφάνιση, και οι πληθυσμοί τους έχουν μειωθεί κατά 37% για τα είδη μελισσών και κατά 31% για τα είδη πεταλούδων, όπως υποδεικνύουν πρόσφατα στοιχεία. Σε ορισμένες ευρωπαϊκές περιοχές, περισσότερο από το 40% των ειδών μέλισσας απειλείται με εξαφάνιση. Λιγότερα ποσοτικά δεδομένα έχουν συγκεντρωθεί για τη Λατινική Αμερική, την Ασία και την Αφρική, με αποτέλεσμα να μην υπάρχει ξεκάθαρη εικόνα, αν και η κατάσταση είναι μάλλον παρόμοια, όπως υποστηρίζουν οι ειδικοί.
Για την παραγωγή ορισμένων εκ των πιο σημαντικών διατροφικών ειδών πρώτης ανάγκης, όπως το ρύζι και το σιτάρι, δεν απαιτείται η επικονίαση από ζώα. Ανάμεσα στα ευάλωτα φαγώσιμα, ωστόσο, βρίσκονται τα μήλα, η σοκολάτα και άλλα αγαθά που καταναλώνουμε καθημερινά. «Λίγο πολύ σχεδόν όλα τα φρούτα και πολλά από τα λαχανικά που τρώμε έχουν ανάγκη την επικονίαση», εξήγησε ο συμπρόεδρος της υπηρεσίας Σάιμον Ποτς, υποδιευθυντής του Κέντρου για την Αγρο-περιβαλλοντική Έρευνα στο Πανεπιστήμιο του Ρέντινγκ.
Η IPBES πρότεινε ως πιθανή λύση την καλύτερη προστασία του φυσικού περιβάλλοντος και των οικοσυστημάτων, με τον περιορισμό της εκτεταμένης γεωργίας και με τη δημιουργία εναλλακτικών λύσεων κατά της χρήσης των εντομοκτόνων. Η επιστημονική ομάδα διευκρίνισε ότι δεν θα προχωρήσει σε παρουσίαση συγκεκριμένων προτάσεων, αλλά ανέφερε ότι παρέχει πληροφορίες στους αρμοδίους για τον σχεδιασμό πολιτικών.
Πηγή :Του Κοσμά Ζακυνθινού
kzakinthinos@pegasus.gr
Εφημερίδα ΗΜΕΡΗΣΙΑ